Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Φρόντις2
φρόντισις
φρόντισμα
φροντιστέον
φροντιστέος
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικός
φροντίστρια
φροῦδος
φρουμεντάριος
φρουρά
φρουραρχέω
φρουραρχία
φρούραρχος
φρουρέω
φρούρημα
φρούρησις
φρουρητήρ
φρουρητικός
φρουρητός
View word page
φρουμεντάριος
frumentarius
ShortDef
frumentarius
Debugging
Headword:
φρουμεντάριος
Headword (normalized):
φρουμεντάριος
Headword (normalized/stripped):
φρουμενταριος
IDX:
95213
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95214
Key:
Data
{'content': 'frumentarius'}