Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φρόνις
φρονούντως
φροντίζω
φροντίς
Φρόντις
Φρόντις2
φρόντισις
φρόντισμα
φροντιστέον
φροντιστέος
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικός
φροντίστρια
φροῦδος
φρουμεντάριος
φρουρά
φρουραρχέω
φρουραρχία
φρούραρχος
φρουρέω
View word page
φροντιστήριον
a place for meditation, a thinking shop, school

ShortDef

a place for meditation, a thinking shop, school

Debugging

Headword:
φροντιστήριον
Headword (normalized):
φροντιστήριον
Headword (normalized/stripped):
φροντιστηριον
IDX:
95208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95209
Key:

Data

{'content': 'a place for meditation, a thinking shop, school'}