Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Φρόνιος
φρόνις
φρονούντως
φροντίζω
φροντίς
Φρόντις
Φρόντις2
φρόντισις
φρόντισμα
φροντιστέον
φροντιστέος
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικός
φροντίστρια
φροῦδος
φρουμεντάριος
φρουρά
φρουραρχέω
φρουραρχία
φρούραρχος
View word page
φροντιστέος
one must take heed

ShortDef

one must take heed

Debugging

Headword:
φροντιστέος
Headword (normalized):
φροντιστέος
Headword (normalized/stripped):
φροντιστεος
IDX:
95207
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95208
Key:

Data

{'content': 'one must take heed'}