Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φρονιμεύομαι
φρονίμευσις
φρόνιμος
Φρόνιος
φρόνις
φρονούντως
φροντίζω
φροντίς
Φρόντις
Φρόντις2
φρόντισις
φρόντισμα
φροντιστέον
φροντιστέος
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικός
φροντίστρια
φροῦδος
φρουμεντάριος
φρουρά
View word page
φρόντισις
care, consideration

ShortDef

care, consideration

Debugging

Headword:
φρόντισις
Headword (normalized):
φρόντισις
Headword (normalized/stripped):
φροντισις
IDX:
95204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95205
Key:

Data

{'content': 'care, consideration'}