Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φρενόθεν
φρενοκλοπέω
φρενοκλόπος
φρενόληπτος
φρενολῃστής
φρενομανής
φρενομόρως
φρενοπληγής
φρενόπληκτος
φρενοτέκτων
φρενοτερπής
φρενόω
φρενώλης
φρένωσις
φρενωτήριον
φρεσσίλυτος
φρεωρυχέω
φρεωρυχία
φρεωρυχικά
φρεωρύχος
φρήν
View word page
φρενοτερπής
heart-delighting

ShortDef

heart-delighting

Debugging

Headword:
φρενοτερπής
Headword (normalized):
φρενοτερπής
Headword (normalized/stripped):
φρενοτερπης
IDX:
95150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95151
Key:

Data

{'content': 'heart-delighting'}