Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φράζω
φρακτεύω
φράκτης
φρακτός
φράξις
φράσις
φρασμοσύνη
φράσσω
φραστέον
φραστήρ
φράστης
φραστικός
φραστός
φραστύς
φράστωρ
φράτηρ
φρατορικός
φράτρα
φρατριάζω
φρατριακός
φρατριαρχέω
View word page
φράστης
eloquens
ShortDef
eloquens
Debugging
Headword:
φράστης
Headword (normalized):
φράστης
Headword (normalized/stripped):
φραστης
IDX:
95097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95098
Key:
Data
{'content': 'eloquens'}