Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φραγμός
φραδά
φραδάζω
φραδατήρ
φραδή
φραδής
Φραδμονίδης
φραδμοσύνη
φράδμων
φράζω
φρακτεύω
φράκτης
φρακτός
φράξις
φράσις
φρασμοσύνη
φράσσω
φραστέον
φραστήρ
φράστης
φραστικός
View word page
φρακτεύω
surround, invest

ShortDef

surround, invest

Debugging

Headword:
φρακτεύω
Headword (normalized):
φρακτεύω
Headword (normalized/stripped):
φρακτευω
IDX:
95088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95089
Key:

Data

{'content': 'surround, invest'}