Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φόρταξ
φορτηγέω
φορτηγία
φορτηγικός
φορτηγός
φορτιαφόρος
φορτίζω
φορτικεύομαι
φορτικός
φορτικότης
φορτίον
φορτίς
φορτισμός
φορτοβαστάκτης
φόρτος
φορτοστόλος
φορτοφορέω
φορτόω
φορυκτός
φορύνω
φορύσσω
View word page
φορτίον
a load, burden

ShortDef

a load, burden

Debugging

Headword:
φορτίον
Headword (normalized):
φορτίον
Headword (normalized/stripped):
φορτιον
IDX:
95045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95046
Key:

Data

{'content': 'a load, burden'}