Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φορμύνιος
φορολογέω
φορολόγητος
φορολογία
φορολόγος
φόρον
φορός
φόρος
φοροτελής
φοροφορέω
φορταγωγέω
φορταγωγός
φόρταξ
φορτηγέω
φορτηγία
φορτηγικός
φορτηγός
φορτιαφόρος
φορτίζω
φορτικεύομαι
φορτικός
View word page
φορταγωγέω
carry loads
ShortDef
carry loads
Debugging
Headword:
φορταγωγέω
Headword (normalized):
φορταγωγέω
Headword (normalized/stripped):
φορταγωγεω
IDX:
95033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95034
Key:
Data
{'content': 'carry loads'}