Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φόριμος
φορίνη
φόρκες
Φορκίδες
Φόρκυς
φορμαλεία
φορμηδόν
φόρμιγξ
φορμίζω
φορμικτής
φορμικτός
φορμίον
φορμίς
φορμίσκος
Φορμίων
φορμοκοιτέω
φορμορραφέομαι
φορμορραφίς
φορμός
φορμοσίκων
φορμοφορέω
View word page
φορμικτός
sung to the φόρμιγξ

ShortDef

sung to the φόρμιγξ

Debugging

Headword:
φορμικτός
Headword (normalized):
φορμικτός
Headword (normalized/stripped):
φορμικτος
IDX:
95011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95012
Key:

Data

{'content': 'sung to the φόρμιγξ'}