Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φορηδόν
φόρημα
φόρησις
φορητέος
φορητικός
φορητός
φόριγγες
φορικός
φόριμος
φορίνη
φόρκες
Φορκίδες
Φόρκυς
φορμαλεία
φορμηδόν
φόρμιγξ
φορμίζω
φορμικτής
φορμικτός
φορμίον
φορμίς
View word page
φόρκες
furcae

ShortDef

furcae

Debugging

Headword:
φόρκες
Headword (normalized):
φόρκες
Headword (normalized/stripped):
φορκες
IDX:
95003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-95004
Key:

Data

{'content': 'furcae'}