Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φονεύτρια
φονεύω
φονή
φονικός
φόνιος
φονοειδής
φονόεις
φονοκτονέω
φονοκτονία
φονοκτόνος
φονολιβής
φονόρυτος
φόνος
φονός
φονουργός
φονόω
φονώδης
φοξῖνος
φοξίχειλος
φοξός
φοξότης
View word page
φονολιβής
blood-dripping, blood-reeking

ShortDef

blood-dripping, blood-reeking

Debugging

Headword:
φονολιβής
Headword (normalized):
φονολιβής
Headword (normalized/stripped):
φονολιβης
IDX:
94961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94962
Key:

Data

{'content': 'blood-dripping, blood-reeking'}