Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φονεύσιμος
φονευτέον
φονευτικός
φονεύτρια
φονεύω
φονή
φονικός
φόνιος
φονοειδής
φονόεις
φονοκτονέω
φονοκτονία
φονοκτόνος
φονολιβής
φονόρυτος
φόνος
φονός
φονουργός
φονόω
φονώδης
φοξῖνος
View word page
φονοκτονέω
pollute with murder

ShortDef

pollute with murder

Debugging

Headword:
φονοκτονέω
Headword (normalized):
φονοκτονέω
Headword (normalized/stripped):
φονοκτονεω
IDX:
94958
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94959
Key:

Data

{'content': 'pollute with murder'}