Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοιτητής
φοιτητός
φοιτίζω
φοιτός
φοῖτος
Φολέγανδρος
φολιδοειδής
φολιδόομαι
φολιδωτός
φολίς
φολκός
φολλικώδης
Φολόη
φονά
φόναξ
φονάω
φόνευμα
φονεύς
φονεύσιμος
φονευτέον
φονευτικός
View word page
φολκός
bandy-legged

ShortDef

bandy-legged

Debugging

Headword:
φολκός
Headword (normalized):
φολκός
Headword (normalized/stripped):
φολκος
IDX:
94940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94941
Key:

Data

{'content': 'bandy-legged'}