Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φοίτησις
φοιτητέον
φοιτητήρ
φοιτητής
φοιτητός
φοιτίζω
φοιτός
φοῖτος
Φολέγανδρος
φολιδοειδής
φολιδόομαι
φολιδωτός
φολίς
φολκός
φολλικώδης
Φολόη
φονά
φόναξ
φονάω
φόνευμα
φονεύς
View word page
φολιδόομαι
to be covered with scales
ShortDef
to be covered with scales
Debugging
Headword:
φολιδόομαι
Headword (normalized):
φολιδόομαι
Headword (normalized/stripped):
φολιδοομαι
IDX:
94937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94938
Key:
Data
{'content': 'to be covered with scales'}