Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοίνιος
φοινίσκη
Φοίνισσα
φοινίσσω
φοινός
φοινώδης
φοιταλέος
φοιταλιώτης
φοιτάς
φοιτάω
φοίτησις
φοιτητέον
φοιτητήρ
φοιτητής
φοιτητός
φοιτίζω
φοιτός
φοῖτος
Φολέγανδρος
φολιδοειδής
φολιδόομαι
View word page
φοίτησις
a constant going

ShortDef

a constant going

Debugging

Headword:
φοίτησις
Headword (normalized):
φοίτησις
Headword (normalized/stripped):
φοιτησις
IDX:
94927
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94928
Key:

Data

{'content': 'a constant going'}