Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοινικτός
φοινικών
Φοῖνιξ
φοῖνιξ
φοίνιος
φοινίσκη
Φοίνισσα
φοινίσσω
φοινός
φοινώδης
φοιταλέος
φοιταλιώτης
φοιτάς
φοιτάω
φοίτησις
φοιτητέον
φοιτητήρ
φοιτητής
φοιτητός
φοιτίζω
φοιτός
View word page
φοιταλέος
roaming wildly about

ShortDef

roaming wildly about

Debugging

Headword:
φοιταλέος
Headword (normalized):
φοιταλέος
Headword (normalized/stripped):
φοιταλεος
IDX:
94923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94924
Key:

Data

{'content': 'roaming wildly about'}