Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοινικόπεδος
φοινικόπεζα
φοινικόπτερος
φοινικόπτερυξ
φοινικοπώλης
φοινικόροδος
φοινικόρυγχος
φοινικοσκελής
φοινικοστερόπας
Φοινικόστολος
φοινικοτρόφος
φοινίκουρος
φοινικοφαής
φοινικοφόρος
φοινικόφυτος
φοινικτέον
φοινικτικῶς
φοινικτός
φοινικών
Φοῖνιξ
φοῖνιξ
View word page
φοινικοτρόφος
bearing palms

ShortDef

bearing palms

Debugging

Headword:
φοινικοτρόφος
Headword (normalized):
φοινικοτρόφος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοτροφος
IDX:
94906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94907
Key:

Data

{'content': 'bearing palms'}