Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Φοινικιστί
φοινικίτης
φοινικοβάλανος
φοινικόβαπτος
φοινικοβατέω
φοινικογενής
φοινικοδάκτυλος
φοινικόεις
φοινικόθριξ
φοινικοκρήδεμνος
φοινικόκροκος
φοινικόλεγνος
φοινικόλοφος
φοινικόνωτος
φοινικοπαράδεισος
φοινικοπάρηος
φοινικοπάρυφος
φοινικόπεδος
φοινικόπεζα
φοινικόπτερος
φοινικόπτερυξ
View word page
φοινικόκροκος
of purple woof

ShortDef

of purple woof

Debugging

Headword:
φοινικόκροκος
Headword (normalized):
φοινικόκροκος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοκροκος
IDX:
94889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94890
Key:

Data

{'content': 'of purple woof'}