Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοινικιοῦς
φοινικίς
φοινικιστής
Φοινικιστί
φοινικίτης
φοινικοβάλανος
φοινικόβαπτος
φοινικοβατέω
φοινικογενής
φοινικοδάκτυλος
φοινικόεις
φοινικόθριξ
φοινικοκρήδεμνος
φοινικόκροκος
φοινικόλεγνος
φοινικόλοφος
φοινικόνωτος
φοινικοπαράδεισος
φοινικοπάρηος
φοινικοπάρυφος
φοινικόπεδος
View word page
φοινικόεις
dark-red, purple

ShortDef

dark-red, purple

Debugging

Headword:
φοινικόεις
Headword (normalized):
φοινικόεις
Headword (normalized/stripped):
φοινικοεις
IDX:
94886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94887
Key:

Data

{'content': 'dark-red, purple'}