Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοινίκιος
φοινικιοῦς
φοινικίς
φοινικιστής
Φοινικιστί
φοινικίτης
φοινικοβάλανος
φοινικόβαπτος
φοινικοβατέω
φοινικογενής
φοινικοδάκτυλος
φοινικόεις
φοινικόθριξ
φοινικοκρήδεμνος
φοινικόκροκος
φοινικόλεγνος
φοινικόλοφος
φοινικόνωτος
φοινικοπαράδεισος
φοινικοπάρηος
φοινικοπάρυφος
View word page
φοινικοδάκτυλος
crimson-fingered

ShortDef

crimson-fingered

Debugging

Headword:
φοινικοδάκτυλος
Headword (normalized):
φοινικοδάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοδακτυλος
IDX:
94885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94886
Key:

Data

{'content': 'crimson-fingered'}