Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοινικάνθεμος
φοινικαρχέω
φοινικάρχης
φοινικάρχια
φοινίκασπις
φοινικείμων
φοινίκειος
φοινίκεος
Φοίνικες
Φοινίκη
φοινικήϊος
φοινικηρόν
φοινικίας
Φοινικίδιον
φοινικίζω
Φοινικικός
φοινίκινος
φοινίκιον
φοινίκιος
φοινικιοῦς
φοινικίς
View word page
φοινικήϊος
of the datepalm

ShortDef

of the datepalm

Debugging

Headword:
φοινικήϊος
Headword (normalized):
φοινικήϊος
Headword (normalized/stripped):
φοινικηιος
IDX:
94867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94868
Key:

Data

{'content': 'of the datepalm'}