Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φοίβησις
φοιβητεύω
φοιβητής
φοιβητός
φοιβήτρια
φοιβόληπτος
φοιβονομέομαι
φοῖβος
Φοῖβος
φοινήεις
φοίνιγμα
φοινιγμός
φοινικαιγύπτιος
φοινικάνθεμος
φοινικαρχέω
φοινικάρχης
φοινικάρχια
φοινίκασπις
φοινικείμων
φοινίκειος
φοινίκεος
View word page
φοίνιγμα
that which is red
ShortDef
that which is red
Debugging
Headword:
φοίνιγμα
Headword (normalized):
φοίνιγμα
Headword (normalized/stripped):
φοινιγμα
IDX:
94854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94855
Key:
Data
{'content': 'that which is red'}