Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοιβαστής
φοιβαστικός
φοιβάστρια
φοιβάω
Φοίβειος
Φοίβη
φοιβηλάλος
φοίβησις
φοιβητεύω
φοιβητής
φοιβητός
φοιβήτρια
φοιβόληπτος
φοιβονομέομαι
φοῖβος
Φοῖβος
φοινήεις
φοίνιγμα
φοινιγμός
φοινικαιγύπτιος
φοινικάνθεμος
View word page
φοιβητός
inspired, prophesying

ShortDef

inspired, prophesying

Debugging

Headword:
φοιβητός
Headword (normalized):
φοιβητός
Headword (normalized/stripped):
φοιβητος
IDX:
94847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94848
Key:

Data

{'content': 'inspired, prophesying'}