Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φοιβαίνω
φοιβάς
φοιβαστής
φοιβαστικός
φοιβάστρια
φοιβάω
Φοίβειος
Φοίβη
φοιβηλάλος
φοίβησις
φοιβητεύω
φοιβητής
φοιβητός
φοιβήτρια
φοιβόληπτος
φοιβονομέομαι
φοῖβος
Φοῖβος
φοινήεις
φοίνιγμα
φοινιγμός
View word page
φοιβητεύω
to be a prophet

ShortDef

to be a prophet

Debugging

Headword:
φοιβητεύω
Headword (normalized):
φοιβητεύω
Headword (normalized/stripped):
φοιβητευω
IDX:
94845
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94846
Key:

Data

{'content': 'to be a prophet'}