Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φλύσις
φλύω
φνεί
φόβα
φοβερίζω
φοβερισμός
φοβεροειδής
φοβεροποιέω
φοβερός
φοβερότης
φοβερωπός
φοβερώψ
φοβεσιστράτη
φοβέω
φόβη
φόβημα
φοβητέον
φοβητέος
φοβητικός
φοβητός
φόβητρον
View word page
φοβερωπός
terribie of aspect

ShortDef

terribie of aspect

Debugging

Headword:
φοβερωπός
Headword (normalized):
φοβερωπός
Headword (normalized/stripped):
φοβερωπος
IDX:
94818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94819
Key:

Data

{'content': 'terribie of aspect'}