Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φλυαροκοπία
φλύαρος
φλυαρώδης
φλυδαρός
φλυδάω
Φλυεύς
φλύκταινα
φλυκταινοειδής
φλυκταινόω
φλυκταίνωσις
φλυκτίς
φλύος
φλύσις
φλύω
φνεί
φόβα
φοβερίζω
φοβερισμός
φοβεροειδής
φοβεροποιέω
φοβερός
View word page
φλυκτίς
boil

ShortDef

boil

Debugging

Headword:
φλυκτίς
Headword (normalized):
φλυκτίς
Headword (normalized/stripped):
φλυκτις
IDX:
94806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94807
Key:

Data

{'content': 'boil'}