Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φλογίστρα
φλογίτης
φλογμός
φλογμοτύραννος
φλογμόω
φλογοβαφής
φλογοειδής
φλογοιδέομαι
φλογολαμπής
φλογόλευκος
φλογόω
φλογώδης
φλόγωμα
φλογωπός
φλόγωσις
φλόη
φλοιδέω
φλοΐζομαι
φλόϊνος
φλοιοβαρής
φλοιορραγής
View word page
φλογόω
set on fire; mid. to blaze
ShortDef
set on fire; mid. to blaze
Debugging
Headword:
φλογόω
Headword (normalized):
φλογόω
Headword (normalized/stripped):
φλογοω
IDX:
94762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94763
Key:
Data
{'content': 'set on fire; mid. to blaze'}