Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φλεβοτομική
φλεβοτόμος
φλεβοτονέομαι
φλεβώδης
φλεγέθω
φλέγμα
φλεγμαγωγός
φλεγμαίνω
φλεγμασία
φλεγματιαῖος
φλεγματίας
φλεγματικός
φλεγματισμός
φλεγματοειδής
φλεγματόεις
φλεγματόομαι
φλεγματώδης
φλεγμονάομαι
φλεγμονή
φλεγμονικός
φλεγμονώδης
View word page
φλεγματίας
suffering from phlegm

ShortDef

suffering from phlegm

Debugging

Headword:
φλεγματίας
Headword (normalized):
φλεγματίας
Headword (normalized/stripped):
φλεγματιας
IDX:
94699
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94700
Key:

Data

{'content': 'suffering from phlegm'}