Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φλεβοτομία
φλεβοτομική
φλεβοτόμος
φλεβοτονέομαι
φλεβώδης
φλεγέθω
φλέγμα
φλεγμαγωγός
φλεγμαίνω
φλεγμασία
φλεγματιαῖος
φλεγματίας
φλεγματικός
φλεγματισμός
φλεγματοειδής
φλεγματόεις
φλεγματόομαι
φλεγματώδης
φλεγμονάομαι
φλεγμονή
φλεγμονικός
View word page
φλεγματιαῖος
suffering from phlegm

ShortDef

suffering from phlegm

Debugging

Headword:
φλεγματιαῖος
Headword (normalized):
φλεγματιαῖος
Headword (normalized/stripped):
φλεγματιαιος
IDX:
94698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94699
Key:

Data

{'content': 'suffering from phlegm'}