Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φλαῦρος
φλαυρουργός
φλάω
φλεβικός
φλέβιον
φλεβονευρώδης
φλεβοπαλία
φλεβοπεριμέτριος
φλεβορραγία
φλεβόσφυγμος
φλεβοτμής
φλεβοτομέω
φλεβοτόμησις
φλεβοτομητέον
φλεβοτομία
φλεβοτομική
φλεβοτόμος
φλεβοτονέομαι
φλεβώδης
φλεγέθω
φλέγμα
View word page
φλεβοτμής
having a vein opened

ShortDef

having a vein opened

Debugging

Headword:
φλεβοτμής
Headword (normalized):
φλεβοτμής
Headword (normalized/stripped):
φλεβοτμης
IDX:
94684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94685
Key:

Data

{'content': 'having a vein opened'}