Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιμάριον
φιμοκάτοχον
φιμός
φιμόω
φιμώδης
φίμωσις
φιμωτικός
φίμωτρον
Φινεέσης
Φινεύς
φίσκος
φισκοσυνήγορος
φιτρός
φιττακίδες
φῖτυ
φίτυμα
φιτυποίμην
φῖτυς
φιτύω
φλαβίλλιον
φλαγέλλιον
View word page
φίσκος
fiscus, basket, crate

ShortDef

fiscus, basket, crate

Debugging

Headword:
φίσκος
Headword (normalized):
φίσκος
Headword (normalized/stripped):
φισκος
IDX:
94655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94656
Key:

Data

{'content': 'fiscus, basket, crate'}