Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φίλωσις
φιμάριον
φιμοκάτοχον
φιμός
φιμόω
φιμώδης
φίμωσις
φιμωτικός
φίμωτρον
Φινεέσης
Φινεύς
φίσκος
φισκοσυνήγορος
φιτρός
φιττακίδες
φῖτυ
φίτυμα
φιτυποίμην
φῖτυς
φιτύω
φλαβίλλιον
View word page
Φινεύς
Phineus

ShortDef

Phineus

Debugging

Headword:
Φινεύς
Headword (normalized):
φινεύς
Headword (normalized/stripped):
φινευς
IDX:
94654
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94655
Key:

Data

{'content': 'Phineus'}