Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φιλύρινος
φιλύριον
φιλῳδία
φιλῳδός
Φίλων
φιλώνειος
φιλωνίδειον
φιλωνίζω
φιλώραιος
φιλωρείτης
φίλως
φίλωσις
φιμάριον
φιμοκάτοχον
φιμός
φιμόω
φιμώδης
φίμωσις
φιμωτικός
φίμωτρον
Φινεέσης
View word page
φίλως
gladly
ShortDef
gladly
Debugging
Headword:
φίλως
Headword (normalized):
φίλως
Headword (normalized/stripped):
φιλως
IDX:
94643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94644
Key:
Data
{'content': 'gladly'}