Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλοφιλία
φιλόφιλος
φιλοφόρμιγξ
φιλοφρονέομαι
φιλοφρόνημα
φιλοφρόνησις
φιλοφρονητικός
φιλοφροσύνα
φιλοφροσύνη
φιλόφρων
φιλοφυσικός
φιλόφωνος
φιλοχαρής
Φιλοχάρης
φιλόχηρος
φιλόχλαινος
φίλοχλος
φιλοχορευτής
φιλόχορος
Φιλόχορος
φιλοχρηματέω
View word page
φιλοφυσικός
lover of nature, naturalist

ShortDef

lover of nature, naturalist

Debugging

Headword:
φιλοφυσικός
Headword (normalized):
φιλοφυσικός
Headword (normalized/stripped):
φιλοφυσικος
IDX:
94576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94577
Key:

Data

{'content': 'lover of nature, naturalist'}