Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φιλότεχνος
φιλοτεχντεχνῖται
φιλότης
φιλοτήσιος
φιλοτιβέριος
φιλοτίμαιος
φιλοτιμέομαι
φιλοτίμημα
φιλοτιμητέον
φιλοτιμία
φιλότιμος
φιλοτοιοῦτος
φιλοτόλμως
φιλοτραγήμων
φιλοτραγῳδός
φιλοτράπεζος
φιλότροπος
φιλοτροφέω
φιλοτροφία
φιλοτρόφιον
φιλότροφος
View word page
φιλότιμος
loving honour, covetous of honour, ambitious, emulous
ShortDef
loving honour, covetous of honour, ambitious, emulous
Debugging
Headword:
φιλότιμος
Headword (normalized):
φιλότιμος
Headword (normalized/stripped):
φιλοτιμος
IDX:
94544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94545
Key:
Data
{'content': 'loving honour, covetous of honour, ambitious, emulous'}