Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλόστροφος
φιλοσύγγαμος
φιλοσυγγενής
φιλόσυκος
φιλοσυκοφαντία
φιλοσυμβίωτος
φιλοσυνάγωγος
φιλοσυνέστιος
φιλοσυνήθης
φιλοσυνουσιάζω
φιλοσυνουσιαστής
φιλοσύντομος
φιλοσωκράτης
φιλοσωματέω
φιλοσωματία
φιλοσώματος
φιλοσώφρων
φιλοταλαίπωρος
φιλοτάπεινος
φιλοτάραχος
φιλοτάριχος
View word page
φιλοσυνουσιαστής
fond of sexual intercourse

ShortDef

fond of sexual intercourse

Debugging

Headword:
φιλοσυνουσιαστής
Headword (normalized):
φιλοσυνουσιαστής
Headword (normalized/stripped):
φιλοσυνουσιαστης
IDX:
94514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94515
Key:

Data

{'content': 'fond of sexual intercourse'}