Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντολίηθε
ἀντολίηνδε
ἀντολοφύρομαι
ἄντομαι
ἀντόμνυμι
ἄντομος
ἀντονειδίζω
ἀντονίνημι
ἀντονομάζω
ἀντονομασία
ἀντονομαστικός
ἀντόπτρα
ἀντοργίζομαι
ἀντορέγω
ἀντορθιάζω
ἄντορος
ἀντορύσσω
ἀντορχέομαι
ἀντοφείλω
ἀντοφθαλμέω
ἀντοφθάλμησις
View word page
ἀντονομαστικός
pronominal
ShortDef
pronominal
Debugging
Headword:
ἀντονομαστικός
Headword (normalized):
ἀντονομαστικός
Headword (normalized/stripped):
αντονομαστικος
IDX:
9448
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9449
Key:
Data
{'content': 'pronominal'}