Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντοίομαι
ἀντολίη
ἀντολίηθε
ἀντολίηνδε
ἀντολοφύρομαι
ἄντομαι
ἀντόμνυμι
ἄντομος
ἀντονειδίζω
ἀντονίνημι
ἀντονομάζω
ἀντονομασία
ἀντονομαστικός
ἀντόπτρα
ἀντοργίζομαι
ἀντορέγω
ἀντορθιάζω
ἄντορος
ἀντορύσσω
ἀντορχέομαι
ἀντοφείλω
View word page
ἀντονομάζω
to name instead, call by a new name

ShortDef

to name instead, call by a new name

Debugging

Headword:
ἀντονομάζω
Headword (normalized):
ἀντονομάζω
Headword (normalized/stripped):
αντονομαζω
IDX:
9446
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9447
Key:

Data

{'content': 'to name instead, call by a new name'}