Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλόπολις
φιλοπολίτης
φιλοπολύγελως
φιλόπομπος
φιλοπονέω
φιλοπονηρία
φιλοπόνηρος
φιλοπονία
φιλόπονος
φιλοποσία
φιλοποτέω
φιλοπότης
φιλόποτμος
φιλοπραγμονέω
φιλοπραγμοσύνη
φιλοπράγμων
φιλοπρεπής
φιλοπρόβατος
φιλοπροσηγορία
φιλοπροσήγορος
φιλοπροσηνής
View word page
φιλοποτέω
to be fond of drinking

ShortDef

to be fond of drinking

Debugging

Headword:
φιλοποτέω
Headword (normalized):
φιλοποτέω
Headword (normalized/stripped):
φιλοποτεω
IDX:
94428
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94429
Key:

Data

{'content': 'to be fond of drinking'}