Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φιλομήλα
Φιλομηλεΐδης
φιλόμηλος
Φιλόμηλος
φιλόμηρος
φιλομητόρειος
φιλομητορία
φιλομήτωρ
φιλομίσως
φιλομμειδής
φιλομμείδης
φιλόμολπος
φιλομόναχος
φιλομουσέω
φιλομουσία
φιλόμουσος
φιλομόχθηρος
φιλομυθέω
φιλομυθία
φιλόμυθος
φιλόμυρος
View word page
φιλομμείδης
laughterloving
ShortDef
laughterloving
Debugging
Headword:
φιλομμείδης
Headword (normalized):
φιλομμείδης
Headword (normalized/stripped):
φιλομμειδης
IDX:
94337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94338
Key:
Data
{'content': 'laughterloving'}