Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλόκηπος
φιλοκιθαριστής
φιλοκίνδυνος
φιλοκισσοφόρος
φιλοκλαύδιος
φιλόκλαυτος
φιλοκλέαρχος
φιλόκλεια
Φιλοκλέων
Φιλοκλῆς
φιλοκνήμις
φιλόκνισος
φιλόκνισος2
φιλοκνώσιος
φιλόκοινος
φιλοκόλαξ
φιλοκόμοδος
φιλόκομος
φιλοκονίμων
φιλόκοπρος
φιλοκορίνθιος
View word page
φιλοκνήμις
fond of wearing greaves, fond of arms

ShortDef

fond of wearing greaves, fond of arms

Debugging

Headword:
φιλοκνήμις
Headword (normalized):
φιλοκνήμις
Headword (normalized/stripped):
φιλοκνημις
IDX:
94251
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94252
Key:

Data

{'content': 'fond of wearing greaves, fond of arms'}