Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλοκαλέω
φιλοκαλία
φιλοκάλιον
φιλοκαλλωπιστής
φιλόκαλος
φιλοκαμπής
φιλοκαρποφόρος
φιλοκατάσκευος
φιλόκενος
φιλοκέρδεια
φιλοκερδέω
φιλοκερδής
φιλοκέρτομος
φιλοκηδεμών
φιλόκηπος
φιλοκιθαριστής
φιλοκίνδυνος
φιλοκισσοφόρος
φιλοκλαύδιος
φιλόκλαυτος
φιλοκλέαρχος
View word page
φιλοκερδέω
to be greedy of gain

ShortDef

to be greedy of gain

Debugging

Headword:
φιλοκερδέω
Headword (normalized):
φιλοκερδέω
Headword (normalized/stripped):
φιλοκερδεω
IDX:
94237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94238
Key:

Data

{'content': 'to be greedy of gain'}