Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φιλοδεσποτέω
φιλοδέσποτος
φιλοδημία
φιλόδημος
φιλοδημοτικός
φιλοδημώδης
φιλοδίκαιος
φιλοδικαστής
φιλοδικέω
φιλοδικία
φιλόδικος
φιλοδίτης
φιλοδοξέω
φιλοδοξία
φιλόδοξος
φιλόδοτος
φιλόδουλος
φιλόδουπος
φιλοδρήριος
φιλόδρομος
φιλόδροσος
View word page
φιλόδικος
fond of lawsuits, litigious
ShortDef
fond of lawsuits, litigious
Debugging
Headword:
φιλόδικος
Headword (normalized):
φιλόδικος
Headword (normalized/stripped):
φιλοδικος
IDX:
94160
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94161
Key:
Data
{'content': 'fond of lawsuits, litigious'}