Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλογέλοιος
φιλόγελως
φιλογένεσις
φιλογενναῖος
φιλογερμανικός
φιλογέρων
φιλογεωμέτρης
φιλογεωμετρία
φιλογεωργία
φιλογέωργος
φιλογηθής
φιλογλιχέω
φιλόγλυκυς
φιλογονία
φιλόγονος
φιλογραμματέω
φιλογραμματία
φιλογράμματος
φιλογραφέω
φιλογυμναστέω
φιλογυμναστής
View word page
φιλογηθής
loving mirth, mirthful

ShortDef

loving mirth, mirthful

Debugging

Headword:
φιλογηθής
Headword (normalized):
φιλογηθής
Headword (normalized/stripped):
φιλογηθης
IDX:
94123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94124
Key:

Data

{'content': 'loving mirth, mirthful'}