Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλόβρωτος
φιλογαθής
φιλογάϊος
φιλόγαιος
φιλογαλλοβραχειονοτύμπανος
φιλόγαμος
φιλογαρέλαιος
φιλογαστορίδης
φιλογείτων
φιλογελοιαστής
φιλογέλοιος
φιλόγελως
φιλογένεσις
φιλογενναῖος
φιλογερμανικός
φιλογέρων
φιλογεωμέτρης
φιλογεωμετρία
φιλογεωργία
φιλογέωργος
φιλογηθής
View word page
φιλογέλοιος
fond of the ludicrous

ShortDef

fond of the ludicrous

Debugging

Headword:
φιλογέλοιος
Headword (normalized):
φιλογέλοιος
Headword (normalized/stripped):
φιλογελοιος
IDX:
94113
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94114
Key:

Data

{'content': 'fond of the ludicrous'}