Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φιλοβασίλειος
φιλοβασιλεύς
φιλοβασιλισταί
φιλοβάσκανος
φιλοβήδιοι
φιλόβιβλος
φιλοβοιωτός
φιλοβορρᾶς
φιλόβοτρυς
φιλόβουλος
φιλοβούπαις
φιλόβρωτος
φιλογαθής
φιλογάϊος
φιλόγαιος
φιλογαλλοβραχειονοτύμπανος
φιλόγαμος
φιλογαρέλαιος
φιλογαστορίδης
φιλογείτων
φιλογελοιαστής
View word page
φιλοβούπαις
loving full-grown boys

ShortDef

loving full-grown boys

Debugging

Headword:
φιλοβούπαις
Headword (normalized):
φιλοβούπαις
Headword (normalized/stripped):
φιλοβουπαις
IDX:
94102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94103
Key:

Data

{'content': 'loving full-grown boys'}