Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φίλησις
φιλήσυχος
φιλητέον
φιλητέος
φιλητεύω
φιλητής
φιλήτης
φιλητήσιος
φιλητικός
Φιλητορίδης
φιλητός
φιλήτωρ
φιλήφαιστος
φιλία
φιλιάζω
φιλιακός
φιλιαστής
φιλιατρέω
φιλίατρος
φιλίδρως
φιλικός
View word page
φιλητός
to be loved, worthy of love

ShortDef

to be loved, worthy of love

Debugging

Headword:
φιλητός
Headword (normalized):
φιλητός
Headword (normalized/stripped):
φιλητος
IDX:
94048
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94049
Key:

Data

{'content': 'to be loved, worthy of love'}