Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
φιλευώδης
φιλέφηβος
φιλεχθρέω
φίλεχθρος
φιλέψιος
φιλέω
φίληβος
Φίληβος
φιληδέω
φιληδής
φιληδία
φιληδονία
φιληδονικός
φιλήδονος
φιληκοέω
φιληκοΐα
φιλήκοος
φιληλάκατος
φιληλιάς
φιληλιαστής
φίλημα
View word page
φιληδία
delight
ShortDef
delight
Debugging
Headword:
φιληδία
Headword (normalized):
φιληδία
Headword (normalized/stripped):
φιληδια
IDX:
94015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-94016
Key:
Data
{'content': 'delight'}