Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

φίλερις
φιλεριστέω
φιλεριστία
φιλεριστικός
φιλέριστος
φίλερως
φιλέσπερος
φιλεστιάτωρ
Φιλεταίρειος
φιλεταιρία
φιλεταιρικός
φιλέταιρος
φίλετνος
φιλεύδιος
φιλεύηχος
φιλεύιος
φιλεύλειχος
φίλευνος
φιλευριπίδης
φιλευτράπελος
φιλευφρόσυνος
View word page
φιλεταιρικός
of comradely affection

ShortDef

of comradely affection

Debugging

Headword:
φιλεταιρικός
Headword (normalized):
φιλεταιρικός
Headword (normalized/stripped):
φιλεταιρικος
IDX:
93994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-93995
Key:

Data

{'content': 'of comradely affection'}